Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2007

Όνειρα

Προσπαθώ να καταπνίξω την οργή μου, που έχει πάρει σχεδόν μυθικές διαστάσεις. Σαν αναβράζον δισκίο, συσσωρεύται κάτω από την επιφάνεια συρίζοντας με απειλητικές διαθέσεις και παλεύει να βγει προς τα έξω, σκίζοντας το δέρμα μου οργισμένα και αναπόφευκτα.
Ονειρεύομαι πολύ τις χθόνιες θεές μητέρες, τις τελευταίες νύχτες δεν μπορώ να τις διώξω από το μυαλό μου. Τις σκέφτομαι νύχτα και μέρα, την Ερζουλί, τη Λίλιθ και πιο πολύ απ’όλες την Ινάννα, την πόρνη με τις εφτά χρυσές ζώνες. Τη φαντάζομαι να κατεβαίνει με περίσσεια αυθάδεια στον κάτω κόσμο και να γυμνώνεται πετώντας ένα ένα τα αραχνοϋφαντα αυτοκρατοτικά ρούχα της. Τη φαντάζομαι να πεθαίνει και να ξαναγεννιέται τρομερή και απαστράπτουσα, με όλα τα μυστικά του σύμπαντος κλεισμένα ανάμεσα στα πόδια της.
Δύσμοιρε θνητέ που θέλησες ν’ αγγίξεις το μυστήριο.

Αυτή τη νύχτα, δε με παίρνει ο ύπνος. Είναι τρεις τα ξημερώματα και είμαι ξαπλωμένη στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου, δίπλα από ένα σώμα που δε γνωρίζω. Η οργή μου ξεσκίζει το στήθος. Ακούω τη ρυθμική ανάσα του και σκέφτομαι να σηκωθώ να μαζέψω τα πράγματά μου και να χαθώ μέσα στη νύχτα σαν το κλέφτη. Σκέφτομαι να του αφήσω και ένα δεκαχίλιαρο στο κομοδίνο γιατί ξέρω πως δεν κρατά μετρητά πάνω του και θα χρειαστεί να βάλει βενζίνη. Τον περιμένει μεγάλο ταξίδι. Αιασθάνομαι ταπεινωμένη και θέλω να αισθανθεί και αυτός το ίδιο, ξέρω πόσο πολύ απεχθάνεται τις χειρονομίες αυτού του είδους.
Η θεά με τα φίδια μου ψυθυρίζει στ’ αυτί. Σε μισώ, σκέφτομαι την ώρα που κοιτάζω την πλάτη του. Σε μισώ γιατί δεν ξέρω ποιος είσαι.
Η αγάπη απέχει από το μίσος όσο κρατάει ένα λάθος άγγιγμα. Και ο τρόπος που σε άγγιξα και με άγγιξες χθες το βράδυ, δεν ήταν παρά ένα τραγικό λάθος.
Τρέχουμε με το αυτοκίνητο στην Εθνική οδό, και το κοντέρ γράφει 200 χιλιόμετρα την ώρα. Αισθάνομαι ασύλληπτα μικρή, μια μικροσκοπική κουκίδα πάνω στο κάθισμα, με ένα εκνευριστικό σφίξιμο στο στομάχι. Μιλάμε ελάχιστα. Το μυαλό μου δουλεύει με ιλιγγιώδη ταχύτητα, πίσω από τη παγωμένη μάσκα που είναι το πρόσωπό μου σχεδιάζω καταχθόνιες σκευωρίες που θα σε πληγώσουν, θα σε κάνουν να πονέσεις, εσένα που αγαπώ περισσότερο απ’ότι θα μάθεις ποτέ, εσένα που είσαι ο εραστής μου, εγώ, η ερωμένη σου.

Τον τελευταίο καιρό βλέπω παράξενα όνειρα. Χτενίζω τα μαλλιά μου μπροστά σε θαμπούς καθρέφτες στεφανωμένους ασημένια φίδια με σμαραγδένια μάτια και ανοιχτά στόματα και αλείφω τους μηρούς μου με αρωματισμένο λάδι. Στα όνειρά μου φοράω χρυσοποίκιλτα βαριά διαδήματα και πορφυρά ρούχα. Σε δωμάτια που φαίνονται να μην έχουν αρχή και τέλος, συναντώ παλιούς φίλους και εραστές και κλαίω μαζί τους. Το κλάμα με ανακουφίζει για λίγο, αλλά ξυπνάω με αιματόχρωμα μάτια και δύσκολη ανάσα.

Ζηλεύω. Ζηλεύω αρρωστημένα και παράφορα. Ζηλεύω κάθε γυναίκα που σε πλησιάζει, κάθε γυναίκα στην οποία απευθύνεις το λόγο. Κάθε γυναίκα που αγγίζεις. Όση ώρα με κοιτάς και μου αναλύεις τη θεωρία σου περί πολυγαμίας, προσπαθώ να μη κάνω θόρυβο με το καλαμάκι μου και κουνάω συγκαταβατικά το κεφάλι. Μου ρχεται να σου το πω όμως. «Αρρωσταίνω. Ζηλεύω οποιαδήποτε γυναίκα σε πλησιάζει. Ζηλεύω τη Μαρίνα. Ζηλεύω τη Νατάσα και την Αρετή. Τη Λυδία. Την Πασκάλ. Ζηλεύω όλες τις γυναίκες που έχουν παρελάσει από το κρεβάτι σου πριν και όλες αυτές που θα παρελάσουν από κει μετά από μένα.» Ζηλεύω και είναι αυτή η ζήλια βασανιστική-τη νύχτα σε ονειρεύομαι σε νερένια τοπία. Παντού έχει πολύ νερό και γω σε ψάχνω και δε σε βρίσκω πουθενά. Απο μακριά, ακούω τους κόκκους μιας κλεψύδρας να κυλάνε. Ποτέ ο χρόνος δεν είναι αρκετός και κάθε φορά είναι σα να φεύγει η ζωή μου όλη όταν σε βλέπω.
Τις νύχτες ντύνομαι για σένα με παράξενα χρώματα. Λούζομαι στα πιο σπάνια αρώματα. Εσύ χάνεσαι. Στην αρχή, κάπου που μπορώ να σε ακολουθήσω. Μετά, τραβάς το χέρι και μου ξεφεύγεις, προτιμάς να συνεχίσεις μόνος σου. Μ’ αφήνεις πίσω λαχανιασμένη και ιδρωμένη, να προσπαθώ να ξαναβρώ την ανάσα μου
.
Όταν κλείνεις τα μάτια, θέλω να σε φιλήσω στα βλέφαρα. Θα’ναι όμως τόσο παιδαριώδες, που διώχνω τη σκέψη πριν καλά καλά σχηματιστεί μέσα στο μυαλό μου.

Η Αμάνι κάθεται σταυροπόδι πάνω στο διπλό κρεβάτι, που έχει ντύσει με συνθετικό ύφασμα σε απομίμηση ζέβρας. Τη βλέπω να παίρνει ηδονικά μια τζούρα από το τσιγάρο της και φοβάμαι να την κοιτάξω στα μάτια. Έρχονται ώρες που τα μάτια της Αμάνι γίνονται πιο σκούρα και από την πιο μαύρη θάλασσα, πιο απειλητικά και από τη σκοτεινή ζούγκλα. Φοβάμαι να την κοιτάξω κατάματα, γιατί φοβάμαι πως τα μάτια της θα με καταπιούν, θα με πνίξουν στο σκοτάδι τους. Απλώνει το χέρι της με τη νωχελικότητα μιας ιέρειας και μια αύρα από εξαϋλωμένο σανταλόξυλο, ο χυμός της Αμάνι, πλανιέται στον αέρα.

«Να προσέχεις τα σταυροδρόμια. Την περίεργη εκείνη ώρα που η νύχτα συναντά τη μέρα και δεν μπορείς να ξέρεις ποιο από τα δύο υπερισχύει. Τις αχνές περιοχές και τα συγκεχυμένα χρώματα. Ότι διαλύεται μέσα σε κάτι άλλο ώσπου να χάσει το σχήμα του και όλα να γίνουν ένα. Μη σκέφτεσαι την ώρα που πέφτει το λυκόφως ή την ώρα που ξημερώνει. Οι σκέψεις σου μπορεί να μπερδευτούν και να χάσουν το δρόμο τους. Δε θα ξέρουν αν είναι σκέψεις της μέρας ή της νύχτας. Να οριοθετείς. Από εδώ ως εδώ. Κράτα τα κομμάτια σου για σένα και μη τα μοιράζεσαι. Όταν έρθει η ώρα να φύγεις, γιατί η ώρα να φύγεις έρχεται πάντα, δε θα ξέρεις ποια κομμάτια ν’ αφήσεις και ποια να πάρεις μαζί σου».

Η Αμάνι σηκώνεται και κροταλίζει τα μακριά, λεπτά της δάχτυλα. Βάζει ξανά τσάι στις κούπες μας και την ακούω ν’ανακατεύει μια στοίβα πεταμένες κασέτες, πριν βάλει μία στο κασετόφωνο. Η τζαζ της Αμάνι πλημμυρίζει το δωμάτιο. Και είναι πάλι μέρα, το απογευματινό φως γλυστράει μέσα από τις γρύλλιες και η Αμάνι χαμογελάει, αποκαλύπτοντας μια σειρά μαργαριταρένια δόντια, ένα συνηθισμένο κορίτσι με φόντο ένα ασυνήθιστο δωμάτιο, χαμογελάει την ώρα που αρχίζει να στρίβει ένα τσιγάρο και τα πολύχρωμα φουστάνια της σταματούν να θροϊζουν.
Πριν φύγω, η Αμάνι με προλαβαίνει στην πόρτα. Σκύβει και μου ψιθυρίζει στ’ αυτί το μαγικό ξόρκι. Αγκαλιαζόμαστε σφιχτά και για ώρες ολόκληρες οι παλάμες μου και το σώμα μου ευωδιάζουν σανταλόξυλο.

Τόση οργή μαζεμένη μέσα μου...Θέλω να χυμήξω πάνω σου και να γεμίσω γρατσουνιές το υπεροπτικό, χαμογελαστό πρόσωπό σου, μέχρι που να γίνει αγνώριστο. Και την ίδια στιγμή, είμαι έξω φρενών με τον εαυτό μου, έξω φρενών μ’ αυτό το οικείο πάθος μου για σένα, με το σώμα μου που με προδίδει και αναζητά το δικό σου.
Τα δάχτυλά μου, σπασμωδικά αγκυλωμένα με νύχια έτοιμα να ξεσκίσουν, χαλαρώνουν. Λύνονται. Οι άκρες τους μαλακώνουν και καλοσωρίζουν τις γραμμές του προσώπου σου.
Εσύ λύνεις το πορφυρό μου φόρεμα και το αφήνεις να γλυστρήσει στο πάτωμα. Γλυστράς τα χέρια σου στα μαλλιά μου και τα ελευθερώνεις από το βαρύ χρυσοποίκιλτο διάδημα. Με τα χείλη σου καθαρίζεις τα χρώματα του πολέμου από τα μάγουλά μου. Ο κόσμος όλος στροβιλίζεται για να γίνει ένα καλειδοσκόπιο αστρικής σκόνης και μυριάδες μικροσκοπικά θραύσματα θαυμάτων εκρήγνυνται πίσω από τα μισόκλειστά μου βλέφαρα.
Νενίκηκάς με.

Απόψε, δε με παίρνει ο ύπνος. Στηριγμένη στον αγκώνα μου, σε παρατηρώ την ώρα που κοιμάσαι, έτσι όπως κάνουν οι ερωτευμένες γυναίκες από καταβολής κόσμου. Ξέρω ότι δεν πιστεύω στη μαγεία, παρά μόνο σ’αυτή που μπορώ ν’ αγγίξω δίπλα μου.Κι όμως, την ώρα που ψιθυρίζω το ξόρκι της Αμάνι στ’ αυτί σου και σου φιλώ ανάλαφρα τα βλέφαρα, ορκίζομαι πως χαμογελάς στον ύπνο σου.

4 σχόλια:

Kostas2112 είπε...

Every time I read it I'm thinking the same thing:where have you been all my life?..or..I'm so lucky to meet you..or..what a waste of a beautiful mind and soul..You ought to write more..you ought it to yourself..and us..:-)Time's slipping away..

Lenna είπε...

I'm gonna take my time,
I have all the time in the world :-)

Ανώνυμος είπε...

no you dont, dear lenna.
Ο χρόνος είναι σχετικός, η ζωή μας οδηγεί να κάνουμε πράγματα που δεν μας ενδιαφέρουν, μας αποπροσανατολίζει, και για να φτάσουμε σ ένα σημείο ισορροπίας πρέπει να κάνουμε πρώτα πολλά λάθη.
Άρα , ούτε άγχος απ΄τη μία, ούτε έλλειψη της συνειδητοποίησης πως δεν θα μαστε εδω για πάντα.

κατά τα άλλα ρε lenna, πρέπει να πω πως έχεις πάρα πολύ ταλέντο. Νοιώθω άβολα να μιλάω για την δουλειά άλλων, να "κρίνω", αλλά θα προσπαθήσω ως φίλος 'εραστής' του λόγου να πω δυο λόγια, μια και που και οι δυο μας βρισκόμαστε στην ίδια κατάσταση ψαξίματος σε σχέση με τα εκφραστικά μας μέσα, τη δομή και τα ρέστα.
Είναι όμορφη η γλώσσα σου. Γεμάτη εικόνες, δουλεμένη, θυμίζει παλιό λικέρ.(χα χα, πως τα λεω!)
Πραγματικά δημιουργεί ατμόσφαιρά. Αυτό είναι κάτι πάνω στο οποίο μπορείς να βασιστείς, ότι δηλαδή έχεις αρχίσει να φτάνεις στο σπιτάκι και ν΄αρχίζεις να μαγειρέυεις στην κουζίνα, χωρίς να φοβάσαι ότι όλα θα καταρρεύσουν. Αυτό πραγματικά είναι ένα πολύ δυνατό σου σημείο, ένα προσωπικό σου σημείο που σε διακρίνει πχ. από εμένα.
Εγώ έχω ένα άλλο στυλ που ένας θεος ξευρει πως δημιουργήθηκε, ένα στυλ που το εξερευνώ και το μεταλλάσω. Πάντως είναι μια αρχή να αποδεχτούμε ότι μπορούμε να 'γράψουμε', να βάλουμε κάτω πέντε εικόνες.
Το συγκεκριμένο σου κείμενο μου γέννησε πολλές εικόνες. Με δυσκόλεψε όμως αφηγηματικά,και μου έδωσε την εντύπωση πως διάβαζα όμορφα κομμάτια, ποιητικά σχεδόν, τα οποία όμως συνδέονταν πολύ χαλαρά (αφηγηματικά) μεταξύ τους.
Αυτό πολλές φορές συμβαίνει όταν η ηρωίδα μιλά σε πρώτο πρόσωπο και η σκέψη της πετά από δω και κει. Είναι ένας κίδνυνος να μοιάζει το διήγημα με όμορφο, πολύ όμορφο σκεψολόγιο (κατά το ημερολόγιο) και να μην ολοκληρώνεται μια γενικότερη εικόνα που θα οδηγούσε σε μιαν υπέβαση από την καταγραφή όμορφων σκέψεων.
Τωρα, dear lenna πρέπει να σου πω πως μετά λυπης μου δεν προσεγγίζω ούτε στο ελάχιστο αυτό που θέλω να πω. ϊσως επειδή μακρυγορώ.

Ας ανακεφαλαιώσω ο άχρηστος.

Το έχεις.
Συνέχισε να το ψάχνεις ακάματα κι από παντού.
Πέρα από την "ευκολία" της έμφυτης σου λογοτεχνικής και όμορφης γλώσσας.
Γράφε, γράφε, γράφε.
Αλλά πάνω απ΄ όλα
ζήσε, ζήσε, ζήσε.

Με συγχωρείς για το ανόητο αυτό μου (τίγκα στην προστακτική και τις νουθεσίες)γράμμα.

Σε φιλώ.

deadniro.

By the way:
Η κυρία Κατερίνα Γλυκοφρύδη, λογοτέχνης, μου έδωσε δυο χρήσιμες συμβουλες.

1)Να εκτείθεσαι.
2)Ν΄αφήνεις τους ήρωές σου να σε παρασέρνουν, δίχως να τους καθυποτάσεις σε αυστηρά προσχέδια.

Θα προσέθετα πως όσο απομακρύνεται κανείς από τον εαυτό του στο γράψιμο, τόσο πιο πλούσια γίνεται η γραφή του.

Να σαι καλά.

Lenna είπε...

Αρχικά deadniro σ' ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια, τα οποία για να είμαι ειλικρινής μου έφτιαξαν την κατά τα άλλα μουντή μέρα.
Το στιχάκι πιο πάνω είναι φυσικά στίχος από ένα πολύ αγαπημένο κομάτι των Depeche Mode και η αλήθεια είναι πως το "ανέβασα" χαριτολογώντας λίγο. Τα πάντα τα οποία γράφω και σκέφτομαι τον τελευταίο καιρό, διαθλώνται γενικώς από το ότι πέρασα μια αρκετά σημαντική (για μένα τουλάχιστον) περιπέτεια υγείας και τον τελευταίο καιρό, από τότε που συνήλθα και πατάω πάλι στα πόδια μου, με χαρακτηρίζει μια υπέρμετρη αισιοδοξία έως αφελής ηλιθιότητα για το ότι τελικά η ζωή είναι ωραία και ε...αν αφεθείς να πέσεις, ίσως τελικά το σύμπαν να αναχαιτίσει την πτώση σου, αρκεί να το πιστεύεις και λίγο. Ας πούμε ότι νιώθω μια υπέρμετρη ευγνωμοσύνη για τον χρόνο του "τώρα". Go figure.΄
Το να γράφω είναι η δουλειά μου. Μόνο που γράφω προτάσεις χρηματοδότησης, επενδυτικά σχέδια, αναφορές και άλλα τινά. Για ένα πολύ μεγάλο διάστημα είχα κουραστεί τόσο πολύ, που το δικό μου γράψιμο το είχα αφήσει τελείως. Ευτυχώς που η αρρώστεια μου, με μια ανατολίτικη θεώρηση των πραγμάτων σαν δώρο, με έκανε να αναθεωρήσω πολλά πράγματα και να ξαναβρώ τα πράγματα και κυρίως τους ανθρώπους που αγαπώ και είχα χάσει. Έκτοτε, είμαι τρελλά ευτυχισμένη και ελπίζω πως η καθημερινότητα δεν θα ισοπεδώσει αυτό που νιώθω, τουλάχιστον όχι σύντομα.
Όσον αφορά το γράψιμο...ήταν και θα είναι η μεγάλη μου αγάπη. Η εναλλακτική μου ψυχανάλυση. Γράφω όπως μου βγαίνει και δεν μπορώ να ακολουθήσω τη συμβατική ροή ενός διηγήματος, τουλάχιστον όχι εύκολα. Φτιάχνω θραύσματα, στιγμές, συναισθήματα και εικόνες και αν έχουν να πουν κάτι και σε κάπιον άλλο, αισθάνομαι πολύ κολακευμένη και χαρούμενη. Γι'αυτό λοιπόν σ' ευχαριστώ για άλλη μια φορά και ανταποδίδω. :-)