Καθισμένη στο κρεβάτι, ακούμπησε τα γυμνά της πέλματα στην τραχιά μοκέτα. Ο καθρέφτης της αντιγύρισε μια απογοητευτική εικόνα του εαυτού της, ανάκατα μαλλιά και κατακόκκινα μάτια πασαλειμμένα με υπολείμματα μαύρης μάσκαρας. Ο άντρας που ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι μουρμούρισε κάτι στον ύπνο του. Κρατώντας την ανάσα της για να μη τον ξυπνήσει, σηκώθηκε αθόρυβα και άρχισε να μαζεύει τα ρούχα της από το πάτωμα, πρώτα τη μαύρη φούστα, το εσώρουχο, το καλτσόν που είχε γίνει ένα κουβάρι. Ετοιμάστηκε γρήγορα και εξίσου αθόρυβα στο μπάνιο και γλίστρησε έξω απ’ το δωμάτιο.
Στο φουαγιέ τη χτύπησε η μυρωδιά του φρέσκου καφέ. Μπήκε στον πειρασμό, αλλά δεν ήθελα να διακινδυνεύσει να τον δει, δεν θα άντεχε άλλη μια πληκτική, αμήχανη συζήτηση. Κρύφτηκε βολικά πίσω από τα γυαλιά της και χώθηκε σε ένα μικροσκοπικό, σκοτεινό καφέ πενήντα μέτρα από το ξενοδοχείο.
Της είχε τραβήξει αμυδρά το ενδιαφέρον, όση ώρα έπαιζε βαριεστημένα με το μεταφραστικό γκατζετάκι, αλλάζοντας τη γλώσσα από Ελληνικά σε Ισπανικά και αντίστροφα. Το εξαιρετικά βαρετό στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο έδρανο μιλούσε για τις αγροτικές επιδοτήσεις και έστελνε ρίγη βαρεμάρας στους ακροατές. Όση ώρα ζωγράφιζε λουλουδάκια στο κυριλέ σημειωματάριο που τους είχαν μοιράσει, σκεφτόταν πως θα μπορούσε να πεθάνει από ανία. Τότε πρόσεξε πως την κοιτούσε. Του επέστρεψε το βλέμμα, σχεδόν με αναίδεια. Τον έπιασε να κοιτάει τα πόδια της. Έκανε το ίδιο, και της ήρθε να βάλει τα γέλια. Από τα ακριβά δερμάτινα παπούτσια του προεξείχαν οι χαρακτηριστικές καρώ κάλτσες της Burberry.
Αργότερα, στη δεξίωση, κάθισε δίπλα της στο μπαρ. Στο πρώτο ποτό, της μίλησε για την δουλειά του, υψηλόμισθο στέλεχος σε μία συμβουλευτική εταιρία. Στο δεύτερο, της είπε πόσο όμορφη ήταν, πως είχε κάτι το ιδιαίτερο που τον έκανε να μη μπορεί να τραβήξει το βλέμμα του από πάνω της. Στο τρίτο άναψε ένα βρωμερό πούρο και της γκρίνιαξε για τη γυναίκα του, που τον τελευταίο καιρό του έκανε το βίο αβίωτο. Στο τέταρτο της φάνηκαν όλα τόσο αστεία και προβλέψιμα, που τον ρώτησε αν είναι από αυτούς που περιμένουν ένα συνέδριο για να γαμήσουν. Στο διάδρομο, τη στρίμωξε στον τοίχο και έχωσε το χέρι του ανάμεσα στα πόδια της. Κατέληξαν στο δωμάτιό του και όση ώρα εκείνος αγκομαχούσε από πάνω της, εκείνη κοιτούσε το ταβάνι και προσπαθούσε να μη γελάσει, γιατί αν και είχε γδυθεί, φορούσε ακόμη τις κάλτσες Burberry.
Όση ώρα έπινε τον καφέ της κρυμμένη πίσω από τα μαύρα γυαλιά της, σκεφτόταν πως ήθελε όσο τίποτα να ξεπλύνει τη μυρωδιά του από πάνω της. Κοίταξε το ρολόι της. Δεν προλάβαινε. Έπρεπε να φύγει για το αεροδρόμιο, γιατί σε λίγο πετούσε και δε γινόταν να χάσει τη πτήση, γιατί έπρεπε να βρίσκεται στην ώρα της στο συνέδριο.